μοναδιστής

μοναδιστής
ο
θρησκ. αιρετικός ο οποίος πιστεύει ότι ο θεός έχει μόνο μία υπόσταση και όχι τρεις, αντιτριαδίτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μονάς, -άδος + -ιστής. Η λ. μοναδισταί μαρτυρείται από το 1801 στον Δαν. Φιλιππίδη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”